Καλώς ήρθατε στην διαδικτυακή μας κοινότητα.
Εδώ μπορείτε να συζητήσετε και να ενημερωθείτε για θέματα που αφορούν την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Για να συμμετέχετε και να μπορείτε να κατεβάσετε αρχεία και εικόνες που βρίσκονται στα μηνύματα πρέπει να εγγραφείτε.
Η εγγραφή είναι δωρεάν και θα σας αποσταλεί άμεσα ένα e-mail για την ενεργοποίηση της εγγραφής σας.
Εάν δεν το λάβετε σε λίγα λεπτά ελέγξετε το φάκελο ομαδικής αλληλογραφίας ή το φάκελο SPAM ή το φάκελο ανεπιθύμητης αλληλογραφίας καθώς μπορεί να βρεθεί εκεί από λάθος του λογισμικού ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Εάν έχετε ξεχάσει τον κωδικό σας, μπορείτε να ζητήσετε να σας ξανασταλεί από εδώ.
28 Απριλίου 2024, 22:59:58

Αποστολέας Θέμα: Η πνευματική και ηθική κρίση της σύγχρονης Ελλάδας και η ελπίδα ανάστασης  (Αναγνώστηκε 25160 φορές)

0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

4 Οκτωβρίου 2010, 23:15:48
Αναγνώστηκε 25160 φορές
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι
   Ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν ότι η οικονομική κρίση που βιώνουμε ως χώρα είναι αποτέλεσμα μιάς ηθικής και πνευματικής κρίσης που προϋπήρχε επι πολλά χρόνια και κατέληξε μετα από μακρό λανθάνοντα "χρόνο επώασης" να εκδηλωθεί και ως οικονομική. Ανοίγω αυτό το νήμα (thread) συζήτησης για να καταγράφουμε προσωπικά σχόλια, απόψεις ή αποσπάσματα από τον τύπο κλπ. πάνω σε αυτό θέμα  και στην ευκαιρία ανάνηψης και ανάκαμψης που έχουμε ως χώρα και ως κοινωνία από την πνευματική και ηθική παρακμή στην οποία εχουμε περιπέσει.


   Ως πρώτη δημοσίευση επιλέγω ένα ποίημα του μεγάλου μας ποιητή Κωστή Παλαμά, που διάβασα πρόσφατα, και που με εντυπωσίασε γιατί, παρα το ότι εχει γραφεί το 1908, παραμένει, έναν αιώνα αργότερα, εντυπωσιακά επίκαιρο και αντιπροσωπευτικό της Ελληνικής πραγματικότητας. Μέσα από την καυστική, μαστιγωτική κριτική της Ελληνικής κοινωνίας διαφαίνεται η οδύνη του ποιητή για την κατάντια της πατρίδας μας, οδύνη που συμμερίζονται πολλοί Ελληνες που βλέπουν και τη σύγχρονη Ελλάδα να "πατιέται από στέρφους μανταρίνους" και τους περισσότερους συμπατριώτες μας να έχουν υιοθετήσει συμπεριφορά ανοχής και ραγιαδισμού, αντι για αντίσταση στη διαφθορά και το ψέμα.
 
   ΓΥΡΙΖΕ  (Κ.Παλαμά)
Γύριζε, μή σταθής ποτέ, ρίξε μας πέτρα μαύρη,
ο ψεύτης είδωλο είν᾿ εδώ, το προσκυνά η πλεμπάγια,
η Αλήθεια τόπο νά σταθή μια σπιθαμή δέ θάβρη.
Αλάργα. Μόρα της ψυχής τής χώρας τα μουράγια.
Από θαμπούς ντερβίσηδες και στέρφους μανταρίνους
κι από τους χαλκοπράσινους η Πολιτεία πατιέται.
Χαρά στους χασομέρηδες! Χαρά στους αρλεκίνους!
Σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός κα δασκαλοκρατιέται.
Δεν έχεις, ΄Ολυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η ΄Οσσα,
ραγιάδες έχεις, μάννα γή, σκυφτούς για το χαράτσι,
κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,
των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.
Και δημοκόποι Κλέωνες και λογοκόποι Ζωίλοι,
κα Μαμμωνάδες βάρβαροι, και χαύνοι λεβαντίνοι.
λύκοι, ώ κοπάδια, οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι
κι οι χαροκόποι αδιάντροποι και πόρνη η Ρωμιοσύνη!
« Τελευταία τροποποίηση: 17 Νοεμβρίου 2010, 23:38:59 από Loumakis »
"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

17 Οκτωβρίου 2010, 23:35:36
Απάντηση #1
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι
  Εγραψα στο προηγούμενο μήνυμα οτι εντυπωσιάσθηκα απο την επικαιρότητα ενός ποιήματος του Κωστή Παλαμά, που γράφτηκε πριν ένα αιώνα. Δοκίμασα πολύ μεγαλύτερη έκπληξη όταν διάβασα ενα άρθρο σε ενα blog και, έχοντας παραβλέψει τον τίτλο του, νόμισα οτι ήταν σχόλιο-κατηγορητήριο τού blogger πάνω στην ηθική κρίση της σύγχρονης Ελλάδας. Οταν όμως έφτασα στο τέλος, όπου αναφερόταν η πηγή του κειμένου (για την ακρίβεια ήταν συρραφή αποσπασμάτων), έπαθα "πλάκα". Διαβάστε το κι εσείς.

  Απο το Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος

  Οι ελληνικές πόλεις νοσούν. Οι πολιτευόµενοι και διαχειριστές των κοινών δωροδοκούνται και εξαγοράζονται. Κι όσο για τη µεγάλη µάζα των πολιτών, είτε δεν αντιλαµβάνονται τα όσα διαπράττουν οι κυβερνώντες, είτε τα αντιλαµβάνονται αλλά δεν αντιδρούν, βυθισµένοι όπως είναι στη ραστώνη και την άνεση της καθηµερινότητας. Από τούτη την αρρώστια έχουν προσβληθεί παντού οι πάντες - απλώς, ο καθένας τρέφει την ψευδαίσθηση ότι η συµφορά δεν θα χτυπήσει τη δική του πόρτα, αλλά θα διασφαλίσει τα δικά του συµφέροντα εκµεταλλευόµενος τους κινδύνους των άλλων (...)

  Κι ενώ κανονικά όλες οι συζητήσεις γίνονται πριν απ’ τα όποια γεγονότα, εσείς διαβουλεύεστε πάντα κατόπιν εορτής.

  Αφήσατε όλον αυτό τον καιρό να κυλήσει µε συνεχείς αναβολές, µετάθεση των ελπίδων σας σε άλλους, αλληλοκατηγορίες και καταγγελίες. Αυτά συνεχίζετε να κάνετε και σήµερα (...)

  Φρονώ λοιπόν ότι απαιτείται να καταβάλλετε τους φόρους, να στρατεύεστε αγόγγυστα και να µην κατηγορείτε κανέναν πριν γίνετε κύριοι της κατάστασης (...)

  Ολοι πρέπει να εξοργίζεστε εξίσου όταν βλέπετε ότι πολύ εύκολα κινδυνεύουν να κακοποιηθούν οι πιο φτωχοί και αδύναµοι πολίτες, ενώ οι βδελυροί και πλούσιοι µπορούν να αδικοπραγούν ατιµωρητί και να εξαγοράζουν πρόσωπα για να εκβιάζουν καταστάσεις (...)

  Στρέψτε το βλέµµα προς τους σηµερινούς πολιτικούς: άλλοι από φτωχοί έγιναν πάµπλουτοι, άλλοι από άσηµοι χόρτασαν τιµές, ορισµένοι έφτιαξαν σπίτια δίπλα στα οποία τα δηµόσια οικοδοµήµατα είναι πιο σεµνά, κι όσο ο πλούτος της πόλης ελαττωνόταν, τόσο ο δικός τους αύξανε.

  Δεν είναι ασφαλώς ένα και δύο τα αίτια ένεκα των οποίων έφθασαν τα πράγµατα εδώ. Αλλά την κύρια αιτία, θα τη βρείτε στο πρόσωπο εκείνων που προτιµούν να σας είναι ευχάριστοι παρά να σας συµβουλεύουν ορθά. Απ’ αυτούς, πολλοί προσπαθούν να συντηρούν τη σηµερινή κατάσταση γιατί αντλούν από αυτή δηµοτικότητα και εξουσία -κι έτσι ούτε οι ίδιοι προνοούν για το αύριο, ούτε νοιάζονται για το αν εσείς προνοείτε.

  Βρίσκονται σε τέτοια εγκατάλειψη και σε τέτοια χάλια τα πράγµατα, ώστε ακόµη όσοι µιλούν από τούτο το βήµα πρότειναν συνειδητά τα πιο βλαβερά µέτρα κι εσείς τα ψηφίζατε, πάλι δεν θα µπορούσαµε να βρεθούµε σε χειρότερη θέση.

  Τα κείµενα αυτά είναι αποσπάσµατα από τους λόγους του Δηµοσθένη προς τους αθηναίους πολίτες τον πολύπαθο 4ο αιώνα π.Χ. Είναι παρµένα από το «Δηµοσθένης - Ισοκράτης, Η Παρακµή του Δήµου» (εκδ. Ροές. Επιλογή - απόδοση: Αλέξανδρος Βέλιος)
« Τελευταία τροποποίηση: 17 Νοεμβρίου 2010, 23:41:04 από Loumakis »
"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

18 Νοεμβρίου 2010, 00:07:02
Απάντηση #2
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι

Αυτός είναι ο πανηγυρικός της 28ης Οκτωβρίου του θεολόγου του Γυμνασίου Σαγεΐκων.

Αναγνώστηκε από τον άμβωνα στην εκκλησία και έμειναν όλοι άφωνοι


 

«Από πείσμα και τρέλα θα ζω σε τούτη τη χώρα!»

 Του Γιώργου Μάλφα, θεολόγου  (malfasg@gmail.com)                                   

           

Εβδομήντα χρόνια μετά.

Γιορτάζεις την Εθνική Αντίσταση του Λαού μας, τραγουδάς «γυναίκες Ηπειρώτισσες», υψώνεις αμήχανα σημαίες, χορεύεις από κεκτημένη συνήθεια στις πλατείες. Φέτος όμως, δυσκολεύεσαι να πεις το «ΟΧΙ». Δεν είσαι  σίγουρος, αμφιβάλλεις. Φοβάσαι τους συνειρμούς, τις πιθανές παρεξηγήσεις. Τρέμεις τις συνέπειες.

Χρόνια τώρα, επαναλάμβανες τελετουργικά μονότονα το «ΟΧΙ» του παππού σου. Καμάρωνες τη θυσία του, θριαμβολογούσες αδαπάνητα για τα κατορθώματα και τους ηρωισμούς της γενιάς του. Στις δεκαετίες όμως που ακολούθησαν κατασπατάλησες νωχελικά την ελευθερία που σου χάρισε! Έφτιαξες τη ζωή σου. Το δικό σου, επιτέλους, σπίτι, και το δικό σου εξοχικό. Έκανες ταξίδια μακρινά και πολυδάπανα, σε προορισμούς εξωτικούς. Αγόρασες πρώτο και μετά δεύτερο αυτοκίνητο. Χρεώθηκες ασυλλόγιστα δάνεια, δόσεις και κάρτες που αφειδώς σου πρόσφεραν οι τράπεζες. Μπούχτισες τα παιδιά σου φροντιστήρια και ιδιαίτερα, να σπουδάσουν προσοδοφόρα επαγγέλματα, να γίνουν υψηλόβαθμα «στελέχη διοίκησης επιχειρήσεων». Εκμεταλλεύτηκες, με όλους τους δυνατούς τρόπους, τους μετανάστες που είχαν την ανάγκη σου, για να μαζέψουν τις ελιές σου, να χτίσουν και να καθαρίσουν το σπίτι σου, να. φυλάξουν τα παιδιά σου. Έπαιξες στο Χρηματιστήριο το κληρονομημένο βιος των γονιών σου και αγόρασες «αέρα» που σου πούλησαν οι αετονύχηδες της ελεύθερης αγοράς. Συναλλάχθηκες μ' αυτό το άθλιο κράτος κάτω απ' το τραπέζι κάμποσες φορές, δεν θυμάσαι και συ πόσες. για τη στρατιωτική θητεία του γιου σου, το διακανονισμό της εφορίας, το αυθαίρετο δίπλα στη θάλασσα, το διορισμό στην επίζηλη δημοσιοϋπαλληλία, τη λίστα αναμονής σε κάποιο νοσοκομείο. Διασκέδασες την πλήξη σου βόσκοντας αμέριμνα στα λιβάδια της τηλεόρασης, κάνοντας φωτοσύνθεση με την προπαγάνδα και το γούστο των αχρείων της κάθε εξουσίας. Ατίμασες την ψήφο σου ξανά και ξανά για μια «εξυπηρέτηση», εκδούλευση των φαύλων της κομματοκρατίας, των επαγγελματιών και των κληρονόμων της πολιτικής.

Φέτος όμως, τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά. Η γιορτή δεν είναι πια γιορτή. Μεγάλα λόγια δεν βγαίνουν απ' το στόμα. Φειδωλή και ντροπαλή η εθνική σου αξιοπρέπεια προσποιείται, καμώνεται πως γιορτάζει κάτω απ' το αυστηρό βλέμμα της επιτήρησης.  Στενάχωρα όλα. Μέσα μας, γύρω μας, παντού. «Το αδιέξοδο της χώρας στις ψυχές των κατοίκων της». Πατρίδα υποτελής και υπόχρεη. Πατρίδα «πεδίο βολής φθηνό». Πατρίδα έρμαιο της απληστίας των τοκογλύφων, των ισχυρών του χρήματος, των δανειστών που γυρεύουν πίσω τα λεφτά τους. Σε υποτιμούν σήμερα άμοιρη πατρίδα μου για να σε αγοράσουν τζάμπα αύριο.

Πεθαίνω σαν χώρα! Ακούς την κραυγή; Βλέπεις και συ το κακό που μας βρήκε; «Όποιος δεν έχει δει ανθρώπους να πεθαίνουν σφυροκοπημένοι από αόρατο χέρι στους δρόμους, δεν μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει και τι είναι ο θάνατος μιας χώρας.». 

Πατρίδα, κατοχή και αντίσταση: κι αν οι λέξεις άδειασαν με τα χρόνια, δεν φταίνε οι λέξεις, οι ζωές μας άδειασαν! Πριν λιποψυχήσουν οι λέξεις, λιποψυχεί το φρόνημα των ανθρώπων, η θέληση των λαών να παραμείνουν αδούλωτοι. Όχι παιχνίδια με τις λέξεις! Ποιος δικαιούται να μιλάει στη γιορτή σήμερα για πατρίδα, για κατοχή και αντίσταση; Οι πατριδοκάπηλοι που κάθε φορά, την κρίσιμη στιγμή, συνθηκολογούσαν με τον κατακτητή; Ή μήπως, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ που εγκατέλειπαν την πατρίδα και το λαό την ώρα της μάχης, για να επιστρέψουν κατόπιν ως εθνοσωτήρες και ελευθερωτές;

«Ποιος είναι, λοιπόν, πατριώτης;»

Ο Άρης Βελουχιώτης, το τραγικό αυτό σύμβολο της Αντίστασης του Λαού μας, έχει κάτι να σου πει: «Ποιος είναι ο πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει νάβρει κέρδη σ' όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι' αυτό δε νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κράτους. Ενώ εμείς, το μόνο που διαθέτουμε, είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά, αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει, όπου βρει κέρδη, δεν μπορούν να κινηθούν και παραμένουνε μέσα στη χώρα που κατοικούμε. Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουνε τα κεφάλαιά τους από τη χώρα ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;»

Εδώ θα παραμείνουμε, δε θα φύγει κανείς, κυνηγημένε απ' όλους Καπετάνιε! Εδώ, να φυλάμε τα πεζούλια που μας άφησες! Θα μοιραστούμε αν χρειαστεί ακόμη και τη φτώχια μας, την ανάγκη, την οργή μας, μα δεν θα εγκαταλείψουμε. Γι' αυτό.

«Τα καράβια μου καίω

δεν θα πάω πουθενά.   

 Κι ας μη μου 'χεις χαρίσει ποτέ

ένα χάδι ως τώρα

πάντα εδώ θα γυρνώ 

από πείσμα και τρέλα θα ζω

σε τούτη τη χώρα

ώσπου να βρω νερό

γιατί ανήκω εδώ. 

Σταυρωμένη πατρίδα

μες στα μάτια σου είδα

της ανάστασης φως».

(Τα καράβια μου καίω, Ν. Πορτοκάλογλου)   

                                                             Πάτρα, Οκτώβριος 2010
"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

18 Νοεμβρίου 2010, 22:39:42
Απάντηση #3
Αποσυνδεδεμένος

kdiwavvou


αυθόρμητα παραθέτω λόγια φίλου που χρόνια πολλά έχουμε να ανταμώσουμε:

πολέμους στήνωντας, η μετριότητα
ότι να φθάσει δεν μπορεί καταδικάζει
αλλιώς υποχρεωμένη θα ήταν σε ταπεινωτική συγκατάβαση
καλύτερα εχθρός και ελεύθερος παρά φίλος και υποδεέστερος


ποτέ δεν ρώτησα τι ήθελε να πει
ποτέ δεν ρώτησα ποιανού λόγια είναι αυτά
η αγάπη για τον κλάδο - συντεχνία δεν είναι η διασφάλιση της μη δυσφήμισης του κλάδου και μόνο [ όποιου κλάδου ] αλλά παράλληλα η συνεχής προσπάθεια να αποτελεί ο κλάδος κυρίως φορέα επιστημονικής σκέψης και δραστηριότητας και μετέπειτα φορέα τέχνης - επαγγέλματος

28 Ιανουαρίου 2011, 21:02:31
Απάντηση #4
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι
  Καταχωρώ και εδώ ανάρτηση του Αργύρη Αργυρίου σε άλλο σημείο του φόρουμ, επειδή πιστεύω ότι έχει σχέση με το παρόν θέμα. Επι τη ευκαιρία, συμφωνώ εν μέρει, όχι απόλυτα, με τη θέση του Ν.Δήμου.
 
  Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος

 
"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

8 Φεβρουαρίου 2011, 00:19:34
Απάντηση #5
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι
  Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύθηκε στην τοπική Λαρισαϊκή εφημερίδα "ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ" στις 30/1/2011. Με εκφράζει σχεδόν απόλυτα. Οι υπογραμμίσεις στο κείμενο είναι δικές μου.


Αμέριμνοι νεόπτωχοι
Από τον Νίκο Νάκο

   «Όταν έκοψαν τις συντάξεις δεν διαμαρτυρήθηκα μαζί με τους συνταξιούχους γιατί δεν ήμουν συνταξιούχος. Όταν ανέβασαν τα όρια ηλικίας των γυναικών και των νέων εργαζομένων, με τις ρυθμίσεις του Ασφαλιστικού, δεν αντέδρασα γιατί δεν ήμουν γυναίκα, ούτε νέος. Όταν έκοψαν τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων αδιαφόρησα γιατί δεν ήμουν δημόσιος υπάλληλος. Όταν άρχισαν να αυξάνουν τους φόρους τον έναν μετά τον άλλον, δεν έδωσα σημασία γιατί δεν με έθιγαν άμεσα. Όταν άρχισαν να απολύουν συναδέλφους μου αδιαφόρησα γιατί εγώ κρατούσα τη θέση μου. Όταν ο κόσμος έβγαινε στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί εγώ προτίμησα την ηρεμία του καναπέ μου. Όταν τελικά ήρθε η σειρά μου να μου κόψουν τον μισθό και στη συνέχεια να με απολύσουν, δεν βρέθηκε κανένας να με συμπαρασταθεί και να διαμαρτυρηθεί μαζί μου...».
   Με την παραπάνω παράφραση ενός κειμένου του Μπρεχτ θέλησε ο φίλος αναγνώστης μου να εκφράσει την πικρία του και τη μεταμέλεια του, για την αδιαφορία που επέδειξε τόσο καιρό που οι κυβερνητικές «μεταρρυθμίσεις» έφερναν τα πάνω - κάτω στον εργασιακό τομέα και στην κοινωνική ζωή και εξωθούσαν χιλιάδες εργαζόμενους να βγουν στους δρόμους.
Του είπα ότι ποτέ δεν είναι αργά και του θύμισα ότι δυστυχώς δεν είναι ο μόνος που στέκει αδιάφορος μπροστά σ' αυτές τις αλλαγές που θα μας φέρουν όλους σε δυσχερή θέση τα επόμενα χρόνια. Η πλειοψηφία των πολιτών ή δεν έχει συνειδητοποιήσει το τι μας συμβαίνει, είτε ακόμη, αν το έχει συνειδητοποιήσει αδιαφορεί γιατί νομίζει ότι τα όσα συμβαίνουν δεν την αφορούν.
   Μια άλλη μερίδα, εκείνη της «σιωπηρής πλειοψηφίας» του Καραμανλή του Α', υπομένει στωικά τα αντιλαϊκά μέτρα που διαδέχονται το ένα το άλλο. Οι διαμαρτυρίες που εκφράζονται με διαδηλώσεις, απεργίες και πορείες, συγκεντρώνουν μόνο μια μειοψηφία εκείνων που πλήττονται από την ακρίβεια και τις αντεργατικές ρυθμίσεις.
   Η ανεκτική αυτή στάση των πολιτών εκλαμβάνεται ως ανοχή και ως «ψήφος εμπιστοσύνης» στις αποφάσεις που εκπορεύονται από τις εντολές της Τρόικας, με συνέπεια να μας φορτώνουν με νέα βάρη, φορολογικά, ασφαλιστικά, εργασιακά και άλλα.
   Σκέφτομαι ότι η πιο ανησυχητική εξέλιξη είναι αυτό το γεγονός, ότι δηλαδή η ελληνική κοινωνία έχει πλέον συμβιβαστεί. Έχει συνθηκολογήσει. Και μάλιστα με τον πιο άθλιο και υποκριτικό τρόπο που μπορεί να φανταστεί κανείς. Δεν εξηγείται αλλιώς η απάθεια με την οποία δεχόμαστε τα απάνθρωπα μέτρα που αλλάζουν τη ζωή μας και θα τινάξουν στον αέρα το μέλλον των παιδιών μας.
   Η χειρότερη μορφή τυραννίας είναι να σου επιβάλλεται κάτι κι εσύ να νομίζεις πως το κάνεις με τη θέληση σου. Μας έχουν πείσει τελικά πως ό,τι γίνεται πρέπει να το δεχτούμε για το καλό μας... Και το δεχόμαστε χωρίς αντίδραση. Δεχτήκαμε την εξαθλίωση μας τη στιγμή που ξέρουμε πως κάποιοι θα κερδίσουν απ' αυτήν. Η συναίνεση στα μέτρα που παίρνονται σε βάρος μας είναι η απεχθέστερη μορφή συμβιβασμού.
   Διότι συμβιβασμός και συναίνεση είναι να σε ρωτούν πώς σου φαίνονται τα κυβερνητικά μέτρα κι εσύ να απαντάς:
  - Δύσκολα είναι, αλλά εντάξει.
   Συμβιβασμός και συναίνεση είναι να σου κόβουν το μισθό ή τη σύνταξη κι εσύ να γελάς σαν ηλίθιος όταν σε ρωτούν πώς τα βγάζεις πέρα.
   Συμβιβασμός και συναίνεση είναι να ψηφίζεις και να ξαναψηφίζεις πολιτικούς που οργίασαν και οργιάζουν σε βάρος σου.
   Όλα αυτά τα χρόνια μιας πλασματικής ευμάρειας, όπου το κλέψιμο και η σπατάλη δημιούργησαν έναν νέου τύπου άνθρωπο, μας έπεισαν πως είμαστε πλούσιοι κι εμείς θέλαμε να αισθανόμαστε έτσι και δεχόμασταν ευχαρίστως το «δούλεμα»... Σήμερα δεν μπορούμε να δεχθούμε το αναντίρρητο γεγονός ότι γίναμε φτωχότεροι, ότι από νεόπλουτους μας μετέτρεψαν σε νεόπτωχους, γι' αυτό και δεν είμαστε ακόμα σε θέση να καταλάβουμε τι μας κάνουν και τι μας συμβαίνει.
   Βλέπουμε τους λαούς άλλων χωρών που αντιμετωπίζουν ίσως λιγότερα προβλήματα από τα δικά μας κι όμως ξεσηκώνονται σύσσωμοι ενάντια σ' εκείνους που τους τα φορτώνουν. Εκφράζουν την οργή τους με μαχητικότητα και αποφασιστικότητα χωρίς ψευτοδιλήμματα και μικροαστικούς φραγμούς. Κι εμείς μπροστά σε όλα αυτά και στα χειρότερα που μας περιμένουν, δείχνουμε μια παχυδερμική απάθεια καθώς λιαζόμαστε στις καφετέριες και στα μπαράκια.
   Ο βαρύς εργασιακός χειμώνας που καλύπτει όλη την Ευρώπη, δεν μας άγγιξε ή τουλάχιστον εμείς δεν το συνειδητοποιήσαμε ακόμα. Εξακολουθούμε να διατηρούμε τη νοοτροπία ενός νεόπλουτου λαού που αδιαφορεί για τα συμβαίνοντα γύρω του. Η αποβλακωτική επίδραση των τηλεοπτικών φερέφωνων της κυβέρνησης και της Τρόικας, κάνει τη δουλειά της σε βάρος μας, χωρίς καν να το αντιλαμβανόμαστε.
   Η περίεργη αυτή ανεκτικότητα του νεοέλληνα δεν δίνει μόνον άλλοθι στους ντόπιους και ξένους εξουσιαστές μας, αλλά τους ενθαρρύνει προς νέες αντεργατικές και αντικοινωνικές αποφάσεις, ως το σημείο να αφαιρεθεί κάθε ανθρώπινο δικαίωμα των πολιτών αυτής της χώρας. Άλλωστε αυτός είναι ο στόχος και όχι η πληρωμή των χρεών. Με τη συναίνεση μας φτιάχνουμε μια κοινωνία όπου οι πολίτες θα έχουν μόνον υποχρεώσεις προς μια ανεξέλεγκτη και αχόρταγη εξουσία. Είναι λυπηρό ότι η σημερινή γενιά δεν το συνειδητοποιεί επαρκώς, αλλά είναι σίγουρο ότι όλες αυτές οι αλλαγές στα εργασιακά, στα ασφαλιστικά, τα φορολογικά, θα πέσουν στις πλάτες των επόμενων γενεών, θα πέσουν στα κεφάλια των παιδιών μας.
Ζούμε στην Ελλάδα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κι όχι πλέον στη χώρα των τραπεζικών δανείων και των ρουσφετολογικών παροχών προς άγραν ψήφων. Τώρα τις ψήφους οι πολιτικοί μας τις αποσπούν με τσαμπουκά. Τράπεζες, πολιτικοί και τραπεζικό κεφάλαιο σε μια ανίερη διαπλοκή και συνεργασία με τους έξαλλους πιστωτές μας, αποφάσισαν πως ήρθε η ώρα να αποσπάσουν από τον πολίτη, όχι μόνον ό,τι του έδιναν ως τώρα, αλλά και ό,τι δεν του έδιναν.
   Ίσως τώρα να ήρθε η ώρα να αντιληφθούμε κι εμείς τι μας συνέβη τελικά. Ότι ένας πεινασμένος και καταπιεσμένος λαός βελτίωσε προσωρινά το βιοτικό του επίπεδο με δανεικά και φέρθηκε σαν νεόπλουτος. Επίδειξη πλούτου, αλόγιστη κατανάλωση, υπερχρέωση, αδιαφορία για την Παιδεία και την εργασία, επικράτηση του πλούτου ως μοναδικής αξίας στη ζωή. Οι νεόπλουτοι όμως κάποια στιγμή πτωχεύουν και σ' αυτό το σημείο βρισκόμαστε σήμερα. Το ερώτημα είναι: Πώς φέρεται ο νεόπλουτος που γίνεται ξαφνικά νεόπτωχος; Στην αρχή αντιδρά με άρνηση της πραγματικότητας και σ' αυτό το σημείο βρισκόμαστε σήμερα. Στη συνέχεια την αποδέχεται και στο τέλος επανέρχεται στις παλαιότερες αξίες, δηλαδή τη μόρφωση, τη σύνεση, στον περιορισμό της αλόγιστης σπατάλης, στον αγώνα για την επανάκτηση των χαμένων ανθρώπινων δικαιωμάτων του για τη βελτίωση του κατεστραμμένου βιοτικού του επιπέδου.
   Όσο πιο γρήγορα φτάσουμε σ' αυτή τη φάση, τόσο καλύτερο για όλους μας.

"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

28 Απριλίου 2011, 20:12:33
Απάντηση #6
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι
  Αναδημοσιεύω ενα θαυμάσιο κείμενο του εκλεκτού συνάδελφου Αλέξη Πολίτη, που στηλιτεύει τον συλλογικό εθνικό ναρκισσισμό, την αλαζονεία και την αυταρέσκεια που χαρακτηρίζει, δυστυχώς, πολλούς συμπατριώτες μας όταν συγκρίνουν εμας τους Ελληνες με τους ξένους. Λέω δυστυχώς γιατί, κατα τη γνώμη του αρθρογράφου αλλά και τη δική μου, τα παραπάνω χαρακτηριστικά βρίσκονται πίσω απο πολλά δεινά της σύγχρονης Ελλάδας. Και επιπλέον διότι, όπως η ψυχολογία διδάσκει, η αλαζονεία, η οίηση και η κομπορρημοσύνη ουσιαστικά δηλώνουν υποκρυπτόμενο σύμπλεγμα κατωτερότητας (μηχανισμοί υπεραναπλήρωσης). Εάν  ως λαός δεν πετύχουμε την αυτογνωσία και την αυτοεκτίμηση, πολύ δύσκολα θα τα βγάλουμε πέρα με τις πολλαπλές κρίσεις που μας ταλανίζουν.
  Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος


  Καθρέφτη – καθρεφτάκι μας, πόσο γ@μ@τοι είμαστε;

Έλαβα τις προάλλες στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο ένα mail, η ανάγνωση του οποίου αρχικά με διασκέδασε, εν συνεχεία μου έδωσε τροφή για σκέψη και στο τέλος με προβλημάτισε σφόδρα. Επρόκειτο για ένα χειμαρρώδες κείμενο δοσμένο με τη δέουσα νεοελληνική μάγκικη απόχρωση και μια μπλαζέ απολυτότητα, που απαριθμούσε τους 100+1 λόγους, για τους οποίους είμαστε υπερήφανοι που ανήκουμε στην εκλεκτή φυλή των απανταχού Ελλήνων.

Κάποιοι από αυτούς δεδομένοι και αδιαπραγμάτευτοι: Εννοείται ότι γουστάρουμε τα κατορθώματα των αρχαίων προγόνων μας και εξυπακούεται ότι η χώρα μας είναι βασανιστικά σαγηνευτική, μια πανδαισία ήλιου, απέραντου γαλάζιου (όχι κομματικού ρε…) και μαγευτικών τοπίων. Κάποιοι άλλοι αδιαμφισβήτητα διασκεδαστικοί, παρότι γαρνιρισμένοι με μια αβάσταχτη ελαφρότητα, όπως για παράδειγμα ότι για τα μάτια μιας γυναίκας κάναμε 10 χρόνια πόλεμο ή ότι όταν οι άλλοι φορούσαν αρκουδοτόμαρα, εμείς υφαίναμε αραχνοΰφαντους χιτώνες!

Περνώντας στην ταμπακιέρα, σας παραθέτω μερικά από τα ευφυολογήματα του εν λόγω κειμένου που κονιορτοποίησαν κάθε εύθυμη ατμόσφαιρα και ξεγύμνωσαν τον ψωνισμένο και ημίγυμνο βασιλιά. “Πας μη Έλλην βάρβαρος” λοιπόν γιατί:

-Δεν το παίζουμε ψευτοπουριτανοί. Τις «λαδιές» μας τις κάνουμε με θράσος.

-Τα καταφέρνουμε πάντα… έστω και την τελευταία στιγμή.

-Αλλάζουμε κινητό κάθε χρόνο, αυτοκίνητο κάθε τρία χρόνια και ερωτικό σύντροφο κάθε τρεις και λίγο.

-Η Ελλάδα είναι η πιο φτωχή χώρα με τους πιο πλούσιους κατοίκους.

-Ξέρουμε καλύτερα να ξοδεύουμε παρά να αποταμιεύουμε.

Τελειώνω με αποκορύφωμα τα αμίμητα τσιτάτα – αποδείξεις μαγκιάς, παντελονιών και διαφορετικότητας από τους «αλλόθρησκους»:

-Ξέρουμε να «κλέβουμε» αλλά και να μην «καρφώνουμε» αυτόν που «κλέβει»(!!!)

-Κατά μέσο όρο ο καθένας από εμάς παραβιάζει το νόμο 22 φορές τη μέρα. Και οι φυλακές είναι γεμάτες μόνο με αλλοδαπούς. (!!!)

Με αυτά τα τελευταία ας υποκλιθούμε όλοι στο νεοελληνικό τρίπτυχο μαγκιά, φιλαρέσκεια και πουστιά (“με την καλή έννοια” που λέει και ο Ηλίας..), η καθολική επικράτηση του οποίου για ακόμα μια φορά είναι γεγονός! Ετούτο το αποκύημα ευστροφίας (τρομάρα μας) θα μπει στο πάνθεον και άλλων τέτοιων, όπως η τύφλωση του Κύκλωπα από τον Κανένα – Οδυσσέα, τα διφορούμενα “ήξεις αφήξεις” της Πυθίας, η λύση του γόρδιου δεσμού από τον Μεγαλέξανδρο, η ευφυής αντιμετώπιση του πολυπληθούς στρατού του Ξέρξη από τους 300, στο κλειστοφοβικά στενό «Στενό των Θερμοπυλών», το πιο πρόσφατο κόλπο των Χιωτών που προκειμένου να μην φορτώνονται στις πλάτες τους τον κάθε θρασύ δυνάστη Τούρκο, που τους έβλεπε σα μέσο μεταφοράς, φορτωνόταν ο ένας τον άλλο, μένοντας στην ιστορία, και το ακόμα πιο πρόσφατο τρικ του Καποδίστρια με το οποίο η «σατανική» πατάτα μπήκε στην ημερήσια διαιτολογική διάταξη και του πιο δύσπιστου πολίτη.

Στοιχηματίζω ότι ένα χρόνο πριν, σχεδόν όλοι θα προσυπέγραφαν με υπερηφάνεια και υποχθόνια χαμόγελα αυτό το μανιφέστο. Μέσα από την ανάγνωση εκατό αράδων, εμπνευσμένων φανερά από την π.Χ (προ Χρεοκοπίας) εποχή, διαπιστώνει κανείς πόσο λάθος πορεύτηκε το τρένο 30 χρόνια τώρα, που με καύσιμο το αυτοπαραμύθιασμα και τη ντόπα, έτρεχε σαν το Eurostar, ενώ ήταν ένας πολύ καλά μασκαρεμένος καρβουνιάρης.

Με σύμμαχο την απαράμιλλη μαγκιά, τον εξυπναδικισμό και τον ξερολισμό, χτίσαμε μια κοινωνία που κατήργησε τη νομιμότητα, μετατρέποντάς τη σε δακτυλοδεικτούμενη αδυναμία ή και μαλακία. Μια κοινωνία εκ των πραγμάτων καταδικασμένη να χορέψει το χορό του Ζαλόγγου. Καταλύσαμε οτιδήποτε στον υπόλοιπο κόσμο θεωρείται υγιές και αυτονόητο, φτιάξαμε δικούς μας κανόνες, πορευτήκαμε με αυτούς, καταστώντας την κομπίνα και το ναρκισσισμό εθνικά σπορ.

Μετά τον Αδάμ και την Εύα, αυτοχριστήκαμε ετσιθελικά και αυθαίρετα οι δεύτεροι αναντικατάστατοι στην ιστορία. Προμηθευτήκαμε ως έθνος τον καθρέφτη της μητριάς της Χιονάτης, να μας υπενθυμίζει καθημερινά πόσο γαμάτοι είμαστε και πόσο κορόιδα τους έχουμε πιάσει όλους. Νυχθημερόν κοιτάζαμε λάγνα το παραμορφωμένο είδωλό μας και ηδονιζόμασταν με τα κατορθώματά μας. Κατορθώματα ασύλληπτα που λάμβαναν διαστάσεις αστικών μύθων στις καθημερινές μας συζητήσεις.

Ένας τέτοιος αστικός μύθος θέλει κάποιον Ελληνάρα να οδηγεί σουρωμένος πίνοντας ούζο, παρέα με τον 3χρονο γιο του, που πίνει κι αυτός από το μπουκάλι κατόπιν προτροπής του πατέρα του. Στο μπλόκο της τροχαίας για αλκοτέστ, ο αστυνομικός ετοιμάζεται να κόψει βαρύ πρόστιμο στο μεθυσμένο ήρωα της ιστορίας μας, καθώς τον βρίσκει κατά πολύ πάνω από το επιτρεπτό όριο, αλλά εκείνος επιμένει: «Δεν είμαι εγώ μεθυσμένος, το μηχάνημα είναι χαλασμένο. Αν δε με πιστεύεις κάνε αλκοτέστ και στο μωρό!». Ο τροχονόμος κάνει αλκοτέστ και στο μωρό, το οποίο και βρίσκει αισθητά πάνω από το όριο. Ο τροχονόμος έντρομος και ντροπιασμένος ζητά συγγνώμη, παραδέχεται το λάθος του, και αφήνει πατέρα και γιο να συνεχίσουν, ως θριαμβευτές πλέον, απρόσκοπτα το ταξίδι τους.

Βάλτε στη θέση του πατέρα το λαμογιόφρων μεταπολιτευτικό Ελληνικό κράτος και την πολιτική του «ιντελιγκέντσια», βάλτε στη θέση του παιδιού το Νεοέλληνα που μέθυσε κι αυτός μέσα στο γενικότερο κλίμα αλκοολούχας πλαστής ευδαιμονίας, και στη θέση του αστυνόμου την Ευρωπαϊκή Ένωση, τους «κουτόφραγκους» εταίρους μας, τον κόσμο ολόκληρο, που όταν ανακάλυπταν την κρεατοφαγία, εμείς είχαμε ήδη χοληστερίνη.

Αν κάνουμε μία και μοναδική προσθήκη σε τούτη εδώ τη χαβαλεδιάρικη ιστορία νεοελληνικής καθημερινής τρέλας, αυτή μετατρέπεται ως δια μαγείας σε μια σύγχρονη καθόλα διδακτική και εύστοχη παραβολή για την Ελλάδα της χρεοκρατίας. Που λίγα έχει να ζηλέψει από τους ρηξικέλευθους αλληγορικούς μύθους του Αισώπου. Μια προσθήκη, φυσική εξέλιξη των πραγμάτων, που επιτηδευμένα φροντίσαμε να παραλείψουμε, γιατί η αλήθεια πονάει, δεν μας συμφέρει και ουδέποτε θελήσαμε να την αντιμετωπίσουμε κατάμουτρα.

Σήμερα που οι μάσκες έπεσαν, δεν έχουμε κανένα λόγο πια να στρουθοκαμηλίζουμε. Είναι καιρός να πούμε την ιστορία ολόκληρη. Ο μπαμπάς με το παιδί λίγο αργότερα όντας τύφλα στο μεθύσι τράκαραν και σκοτώθηκαν.

*Ο Αλέξης Πολίτης είναι ιατρός του Ε.Τ.Α.Α. στη Λάρισα και σύντομα θα ξεκινήσει την ειδίκευσή του στην πνευμονολογία – φυματιολογία.
"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

28 Απριλίου 2011, 22:49:01
Απάντηση #7
Αποσυνδεδεμένος

alfie


Προμηθευτήκαμε ως έθνος τον καθρέφτη της μητριάς της Χιονάτης, να μας υπενθυμίζει καθημερινά πόσο γαμάτοι είμαστε...
« Τελευταία τροποποίηση: 28 Απριλίου 2011, 22:54:03 από alfie »

22 Ιουνίου 2011, 18:34:25
Απάντηση #8
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι
Απο παλαιό άρθρο του Πασχου Μανδραβέλη στην "Καθημερινή"  Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος
που όμως παραμένει επίκαιρο. Για να μας βοηθήσει λίγο στην αυτογνωσία του συλλογικού μας "εγώ".

Κοινωνική συνοχή, ανοχή και συνενοχή

Του Πασχου Mανδραβελη / pmandravelis@kathimerini.gr

Δεν έχουμε συγκεκριμένο ορισμό της «κοινωνικής συνοχής» και συνεπώς ούτε κάποια μέθοδο να τη μετράμε. Ολοι όμως γνωρίζουμε ότι η «κοινωνική συνοχή» είναι καλό πράγμα. Οσο περισσότερη έχουμε, τόσο καλύτερα. Αυτό, εξάλλου, διακηρύσσει η κυβέρνηση, (όλα τα νομοθετήματά της προάγουν την «κοινωνική συνοχή») η αντιπολίτευση (όλες οι προτάσεις της θα βελτιώσουν την «κοινωνική συνοχή»), οι συνδικαλιστικοί φορείς (οι οποίοι σε κάθε απεργία πρώτα θέλουν «να μην τραυματιστεί η κοινωνική συνοχή» και μετά ζητούν αυξήσεις), διανοούμενοι, αρθρογράφοι και λοιποί· γενικώς, όποιος προλαβαίνει, ανησυχεί για την κοινωνική συνοχή.

Η «κοινωνική συνοχή» ιεραρχείται τόσο ψηλά στο αξιακό μας σύστημα που γίνονται διαδηλώσεις στο όνομά της. Ετσι τουλάχιστον δηλώνουν όσοι «σηκώνουν τα πανό και ξεκινάνε». Βέβαια, αυτές οι διαδηλώσεις δεν τηρούν τους στοιχειώδεις κανόνες ευπρέπειας προς το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο. Για παράδειγμα: πενήντα νοματαίοι μπορούν να κλείσουν για ώρες το κέντρο της Αθήνας ταλαιπωρώντας εκατομμύρια συμπολίτες τους, και αυτό το κάνουν στο όνομα της κοινωνικής συνοχής (και παρεμπιπτόντως του συντεχνιακού τους προβλήματος).

Ενα άλλο φαινόμενο που πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις σχετικά με το επίπεδο της κοινωνικής συνοχής είναι το γεγονός ότι οι περισσότεροι Ελληνες μπορεί να μαλώσουν για μια διαφορά των 10 ευρώ τον λογαριασμό -δεν θέλουν να τους κλέβει ο μαγαζάτορας- αλλά αδιαφορούν για τα 20 ή 30 ευρώ ΦΠΑ που κλέβει ο ίδιος μαγαζάτορας από τον ίδιο λογαριασμό όταν δεν κόβει διάτρητη απόδειξη. Σύμφωνοι: η κοινωνική συνοχή δεν είναι μετρήσιμη για να ξέρουμε πόση έχουμε, αλλά πάλι... Δεν πρέπει να μας προβληματίσει το γεγονός ότι σε μια χώρα που όλοι θέλουν να προάγουν την κοινωνική συνοχή, οι πολίτες της μπορούν να σκοτώσουν άνθρωπο για μια γρατσουνιά στο αυτοκίνητό τους, αλλά αδιαφορούν όταν καταστρέφεται ένα πανεπιστήμιο;

H κοινωνική συνοχή έχει από καιρό διαρραγεί στο φαντασιακό επίπεδο από συνθήματα του είδους «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», δηλώσεις όπως «κανένας θεσμός, μόνο ο λαός» νομοθετικές πράξεις και χαριστικές συμβάσεις που έμπρακτα δείχνουν ότι «νόμος είναι το δίκιο του επιχειρηματία, του ισχυρού ή του κολλητού». Οταν, για παράδειγμα, κάποιοι καλόγεροι μπορούν να αποκτούν περιουσία δισεκατομμυρίων κάνοντας μερικές επισκέψεις σε ανθρώπους ταυ πρωθυπουργού, γιατί να μην αυθαιρετήσει κάποιος πολίτης, όταν γνωρίζει τον κατάλληλο άνθρωπο στην κατάλληλη θέση και ξέρει ότι με το κατάλληλο φακελάκι η παρανομία του δεν θα τιμωρηθεί;

Οταν γίνει αποδεκτό ότι «νόμος είναι το δίκιο του αγρότη» ποιος μπορεί να πείσει τον φορτηγατζή να μην κλείσει την εθνική οδό ώστε να κάνει και το δικό του δίκιο νόμο; Kι αν όλοι πεισθούμε ότι νόμος είναι το δικό μας δίκιο και η πολιτεία δεν μπορεί ή δεν θέλει να το επιβάλει, ποιος μπορεί να μας εμποδίσει ώστε να επιβάλουμε μόνοι μας τον δικό μας νόμο; Περί ποίας κοινωνικής συνοχής μιλάμε, όταν οι αρμοί της κοινωνίας μας (κανόνες συμβίωσης θεσπισμένοι ή μη) κόβονται και ράβονται σύμφωνα με τα αυταπόδεικτα «δίκια» του καθενός;

Στο πραγματικό επίπεδο η κοινωνική συνοχή γίνεται κουρέλι όταν κάθε είδους «δίκιο» γίνεται νόμος εκτός πολιτικής διαδικασίας. Aυτή είναι και η ελληνική περίπτωση τα τελευταία χρόνια. Zούμε σε μια «κοινωνία κολλητών» και η παράβαση κάθε νομιμότητας μένει κατά κανόνα ατιμώρητη. Xαριστικές συμβάσεις και διαφθορά πολιτικών σε μακρο-επίπεδο, «ο φίλος εφοριακός» σε μικρο-επίπεδο έφτιαξαν μια κοινωνία που ο μόνος συνεκτικός της ιστός είναι η συνενοχή. Ενα αυθαίρετο κτίσμα δεν πρόκειται ποτέ να καταγγελθεί γιατί όλοι μας έχουμε αυθαιρετήσει στη ζωή μας ή σκοπεύουμε σύντομα να αυθαιρετήσουμε. H ανοχή προς τον παρανομούντα είναι ανοχή προς τον ίδιο μας τον εαυτό.

Αν θέλουμε, λοιπόν, να μιλήσουμε για την ελληνική περίπτωση μάλλον δεν πρέπει να αναφερόμαστε σε «κοινωνική συνοχή», αλλά μάλλον πρέπει να προσέξουμε την κοινωνική ανοχή στην παρανομία, που χρόνια τώρα επιβιώνει και ένα αόρατο πλέγμα κοινωνικής συνενοχής που δημιουργεί την ψευδαίσθηση «κοινωνικής συνοχής». Είναι χαρακτηριστικό ότι για πολλά χρόνια η καταγγελία στις αρχές κάποιας παρανομίας εθεωρείτο «ρουφιανιά», δηλαδή αμάρτημα βαρύτερο από την καταγγελθείσα παρανομία.

Τώρα όμως το έλλειμμα της πραγματικής κοινωνικής συνοχής γίνεται ορατό. Τα «Δεκεμβριανά των δεκαεξάρηδων» έδειξαν δύο πράγματα. Από τη μια μεριά είχαμε ένα ξέσπασμα της νεολαίας που ξεπερνούσε τη διαμαρτυρία για τον φόνο ενός μαθητή. Με πράξεις και συνθήματα αμφισβήτησαν κάθε κρατική, αλλά και κοινωνική, δομή. Αρα υπάρχει μια τομή της κοινωνικής συνοχής σε επίπεδο γενεών, το οποίο δεν είχαμε προσέξει. Από την άλλη μεριά είδαμε την αμηχανία της κυβέρνησης και της αστυνομίας να επιβάλλει την τάξη. Κατανοητή: εν ονόματι ποιας κοινωνικής ευταξίας μπορεί η πολιτεία να επιβάλει την τάξη στους νεαρούς βλαστούς της που παραβιάζουν τους νόμους;

Οι πληγές στο σώμα της κοινωνικής συνοχής είναι βαθιές και απλώς τώρα κακοφορμίζουν. Τώρα αρχίζουν και φαίνονται οι πραγματικές διαιρέσεις στην κοινωνία. Υπήρχαν και παλιότερα, αλλά απλώς η ελληνική πολιτεία αντί να συνθέτει τις αντιθέσεις, τις έθαβε κάτω από βουνά επιδοτήσεων. Μέχρι τώρα το δίκιο του καθενός επιδοτούνταν. Oι πληγέντες της α΄ κινητοποίησης ήξεραν ότι η αυριανή (δική τους) κινητοποίηση όχι μόνο θα «πληρώσει τα σπασμένα» αλλά μπορεί να τους βγάλει και κάτι τι παραπάνω. Η μεγάλη διαφθορά δεν φαινόταν τόσο αποκρουστική· μάλλον έμοιαζε με «ελευθέρας» για τη μικρότερη διαφθορά. Ολόκληρη η κοινωνία, από τους επιχειρηματίες μέχρι τους αγρότες και τους εργάτες, απευθυνόταν σε ένα αδιαφανές πράγμα που λέγεται Δημόσιο και ήξεραν ότι το «δίκιο» τους θα αμειφθεί με το παραπάνω. Στο όνομα, πάντα, της «κοινωνικής συνοχής»...

Ομως το πλεόνασμα που υπήρχε για να επιδοτείται αυτή η πλασματική κοινωνική συνοχή, εξανεμίστηκε. Χτίσαμε ό,τι ήταν ελεύθερο, τα κοινοτικά κονδύλια δεν παρέχονται πλέον χωρίς εγγυήσεις παραγωγής πραγματικού έργου, το μαύρο χρήμα δεν ξεπλένεται τόσο εύκολα, η παραγωγική δομή της χώρας εξανεμίστηκε. Το σύστημα όπως το φτιάξαμε έχασε τους πόρους χρηματοδότησής του. Δεν μπορεί να συντηρήσει την «κοινωνική συνοχή», όπως μέχρι σήμερα την ξέραμε. Και το έλλειμμα πραγματικής «κοινωνικής συνοχής» είναι πολύ κακό νέο για εποχές ύφεσης...
"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

14 Φεβρουαρίου 2012, 00:25:47
Απάντηση #9
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι
"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

17 Φεβρουαρίου 2012, 19:29:00
Απάντηση #10
Αποσυνδεδεμένος

EzeΤΡΟΛ


Θαυμάστε αφίσα που βγάλανε ο Λούρυ μαζί με κάτι άλλους...

Έχουν την εντύπωση ότι δεν είναι απλοί σύμβουλοι του κράτους, αλλά ότι μπορούν να επιβάλλουν τις πολιτικές τους, καταλύοντας τη Μνημονιακή Αυτοκρατορία  

Αλλά κούνια που τους κούναγε...

Οι σιδηρόφρακτοι Μνημονιακοί Ιππότες Papadimos - Loverdos - Thomsen εκδικούνται πάντα τους εχθρούς τους

Αγνό χάος
« Τελευταία τροποποίηση: 18 Φεβρουαρίου 2012, 11:35:13 από Ο διακοσμητής »
Θα έρθουν καιροί που θα είστε ασφαλισμένοι, αλλά θα είναι σαν να μην είστε.

22 Φεβρουαρίου 2012, 09:56:26
Απάντηση #11
Αποσυνδεδεμένος

timex


Για να αναστηθει καποιος θα πρεπει πρωτα να πεθανει.
Εμεις σαν κρατος δεν εχουμε πεθανει ακομη.Ειμαστε στην ενταντικη.
Όταν πεθανουμε(οταν χρεοκοπησουμε κανονικα ομως) τοτε ισως καποια στιγμη να αναστηθουμε.
Αν δε γινει αυτο θα ειμαστε για χρονια στην ενταντικη, σε μηχανικη υποστηριξη...

28 Φεβρουαρίου 2012, 20:38:22
Απάντηση #12
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος
Για να αναστηθει καποιος θα πρεπει πρωτα να πεθανει.
Εμεις σαν κρατος δεν εχουμε πεθανει ακομη.Ειμαστε στην ενταντικη.
Όταν πεθανουμε(οταν χρεοκοπησουμε κανονικα ομως) τοτε ισως καποια στιγμη να αναστηθουμε.
Αν δε γινει αυτο θα ειμαστε για χρονια στην ενταντικη, σε μηχανικη υποστηριξη...

 Δεν έχουμε πεθάνει, δεν εχουμε χρεωκοπησει ακόμα απο οικονομική άποψη, γιατί πνευματικά και ηθικά εχουμε χρεωκοπήσει προ πολλού.
 Επι τη ευκαιρία να παραθεσω ενα αλλο ενδιαφέρον κείμενο σχετικό με το θέμα απο Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος.

 Ο άνθρωπος χρεοκόπησε.

Γενιές και γενιές ελληνοπαίδων μεγάλωσαν με πρότυπα παιδείας την αποταμίευση και την οικονομία. Οι εικόνες – εντός και εκτός σχολείων - με τα εργατικά μυρμήγκια και τις εργάτριες μέλισσες ενάντια στο ράθυμο τζίτζικα και το λάγνο κηφήνα, και οι προτροπές τύπου «φασούλι το φασούλι…», άφησαν το στίγμα τους σε μια εποχή που ταλανίστηκε από εθνικές καταστροφές, πείνα, κατοχή και εθνικό διχασμό. Ο εθνικός κορμός, ή αλλιώς η μεσαία τάξη, σφυρηλάτησε τις αντοχές της σε αντίξοες συνθήκες και φαίνεται ότι βγήκε με ισχυρότερα αντισώματα. Μια-δυό γενιές ανθρώπων που έζησαν με σύνδρομα άγνωστα στους νεώτερους, κατάφεραν όχι μόνο να επιβιώσουν αλλά και να δημιουργήσουν...

Η εικόνα της γιαγιάς ή της μάνας που καθάριζε το πιάτο της με το ψωμί γιατί «είναι αμαρτία να μείνει το λαδάκι», δείχνει το μέτρο που συγκρότησε ο Έλληνας στα μεταπολεμικά χρόνια. Αν η εικόνα αυτή φαντάζει σήμερα σε κάποιους γραφική, η απάντηση είναι στον ίδιο βαθμό αποστομωτική: κάποτε το στερήθηκε. Αυτή η στέρηση, όσους δεν σκότωσε (ηθικά), δημιούργησε στους περισσότερους ένα αίσθημα φόβου και ανασφάλειας που ωστόσο ενθάρρυνε μικρές ή μεγάλες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες στα χρόνια που ήρθαν. Το φαινόμενο του φτωχού μετανάστη που σήμερα είναι μέλος της οικονομικής ελίτ σε Νέα Υόρκη, Τορόντο και Μελβούρνη, γεννήθηκε εν πολλοίς από το βίωμα της στέρησης που έζησαν αυτοί ή οι πατεράδες τους. Σε περιπτώσεις όπως η χώρα μας όπου το στρεβλό οικονομικό περιβάλλον δεν επέτρεψε τη δημιουργία υγιούς επιχειρηματικής συνείδησης, το κέρδος ήταν (όπου ήταν) ηθικό. Μάθαμε, δηλαδή, να καθορίζουμε τις ανάγκες μας μέχρι εκεί που μπορούμε να απλώσουμε το ζωνάρι μας, και όχι το αντίθετο!

Όμως ο Εφιάλτης περίμενε στη γωνία για να δείξει το δρόμο στους βαρβάρους. Και αυτοί δεν ήταν άλλοι από τη ρίζα της ανθρώπινης φύσης που αναζητεί την άκρατη ευδαιμονία, άρα την χωρίς όρια κατανάλωση υλικών αγαθών, σε συνδυασμό με την αποφυγή οποιουδήποτε κόστους. Όλα αυτά πρωταγωνιστές σε έναν θίασο κυβερνητών διεφθαρμένων, ανοργάνωτων, χωρίς ίχνος αγάπης για τη χώρα.
 
Πιο πεζά. Η δαπάνη, και η σπατάλη περισσότερο, υπηρετεί το περίφημο ακόρεστο των αναγκών, που αντιμάχεται τον περιορισμό των πόρων, τη φειδώ, τη λελογισμένη χρήση στο διαθέσιμο εισόδημα. Αυτή η διαμάχη δημιουργεί το περίφημο Οικονομικό Πρόβλημα. Πώς να φτάσεις στο βέλτιστο αλλά και έντιμο συμβιβασμό των δύο; Με ποιο τρόπο θα γίνει το νεγκότσιο, που έγραφε ο Λασκαράτος;

Και πιο απλά. Στον homo economicus, το ζήτημα έγκειται στο να ικανοποιήσει στο μεγαλύτερο βαθμό τις απαιτήσεις της ευημερίας του, έχοντας πεπερασμένα μέσα. Στο σύνθετο αυτό και δυσεπίλυτο πρόβλημα, οι Έλληνες απάντησαν ελληνικά. Ακολούθησαν, όπως πάντα, την οδηγητική προσταγή που όριζε, ανάμεσα στην Ανάγκη και την Ελευθερία να πορεύεται ο έλλογος άνθρωπος, με γνώμονα το Μέτρο και κριτή τη Δίκη. Η λύση που πρότειναν οι Έλληνες δεν μπορούσε παρά να υπακούει στη λογική, και συνακόλουθα στη διαλεκτική της φύσης, την ίδια «επαγωγική» λύση, που πρότεινε αιώνες μετά ο Ρουσσώ στο πεδίο της παιδαγωγικής λέγοντας: «Να μειώνεις τις ανάγκες σου σημαίνει να αυξαίνεις τη δύναμή σου».

«Μηδέν χρημάτων ένεκα, πράττειν» τονίζει το Δελφικό παράγγελμα, μη κάνεις τίποτε, δηλαδή, για χάρη των χρημάτων, γιατί η μοίρα μάς έπλασε να δοκιμάζουμε την αντοχή μας, χρημάτων ένεκα, στο σταυροδρόμι της Αρετής με την Κακία, να τριβόμαστε σε διλήμματα ζωής και συνθήκες αντίξοες, ανυπόδητοι στην κόψη του σπαθιού, όπως όρισε ο Λιαντίνης, να αξιωθούμε τέλος να υψωθούμε στην οντολογική μοναδικότητα του Εσθλού.

Αν δοκιμάζαμε, σήμερα, να εξηγήσουμε τη συγγένεια που κατ΄ευφημισμό και τόσο αυτάρεσκα λέμε πως μας ενώνει με την κλασική Ελλάδα, θα έπρεπε πρώτα να πιούμε μπάφους και να παίξουμε pro που λέει και το σύγχρονο άσμα, γιατί αν η ορθή πολιτική αποτελεί λειτούργημα που αναζητάει κανόνες ορισμού στη διάκριση του δικαίου από το άδικο, του αγαθού από το κακό, του ηθικού από το αξιοκατάκριτο - όπως απαιτεί ο Πλατωνικός Ευθύφρων - εμείς, επευφημήσαμε την πολιτική σαν τέχνη επιβολής των επιτηδείων στο θέαμα και το ακρόαμα.

Χειροκροτήσαμε και επιδοκιμάσαμε αυτούς που έταζαν αγαθά ανέφικτα αλλά προκλητικά στη φαντασία, βλέποντας  ταυτόχρονα στο «τελεβίζιο» το δικό μας είδωλο στον καθρέφτη. Γιατί αντί να οπλίσουμε την Πολιτεία με «αγρυπνίες» ατομικών συνειδήσεων μέσα στην κοινωνική κονίστρα, εδραιώνοντας έτσι τη Δημοκρατία, επιλέξαμε την αδράνεια του καναπέ και τη θαλπωρή της εφησύχασης.

Αναζητήσαμε την ισότητα, όχι στο πλαίσιο της «ισηγορίας», και της «ισονομίας» που δίδαξαν ο Σόλωνας κι ο Κλεισθένης, αλλά στη φενάκη της  μόστρας, της επίδειξης πλούτου και χλιδής, στη λαρτζ βερσιόν της εικόνας των νεόπλουτων οικογενειών, που πλάσαραν τη δεκαετία του '60, ευτελείς ταινίες, ευτελών παραγωγών. Ξέρετε τι συνθέτει την κράση αυτών των «ηρώων»; Οκνηρία, θρασυδειλία και πριαπισμός. Αν προσθέσει κάποιος τον ζαμανφουτισμό, τη λαιμαργία και την πώρωση, έχει περιγράψει επακριβώς τον Νεοέλληνα.

Γενιές ολόκληρες μεγάλωσαν στην αντινομία της παραοικονομίας και του υγιούς ανταγωνισμού, της εισφοροδιαφυγής και της απαίτησης του κράτους Πρόνοιας, του φοροφυγά και του κράτους Δικαίου, του μεταπράτη και του ρέκτη, του λουφαδόρου και του επιμελούς εργαζόμενου στο Δημόσιο.

Υπακούοντας σε παράταιρα κελεύσματα της νεόκοπης πάλαι ποτέ δημοκρατίας μας, εμπιστευτήκαμε δημαγωγούς και όχι δημεγέρτες, γιατί η φωνή τους ήταν λάγνα μουσική και οι εξαγγελίες τους ικανοποιούσαν δικά μας απωθημένα. Στο τέλος δεν ξεχωρίζαμε οι θύτες από τα θύματα, αν και η ανέχεια ήταν δική μας αποκλειστικά, καθώς οι άλλοι θεσμοθετούσαν στα μέτρα τους, την ασυδοσία και ασυλία.

Ίσως γι’ αυτό ο Λιαντίνης έγραψε:
«Τρεις είναι σήμερα οι πληγές που πεθαίνουν την Ελλάδα, όπως η πανούκλα εσάρωνε τη Θήβα στην εποχή του ανίδεου Οιδίποδα. Οι πολιτικοί, οι δάσκαλοι, και οι δημοσιογράφοι με όλα τα ιδιωτικά Media. Πρόκειται για τρεις ορδές συφοράς, που είναι να παλουκώνεις τη μία και να πατταλεύεις την άλλη».

Υπακούοντας ακόμη στο συρμό του εύκολου κέρδους, εκχωρήσαμε αστόχαστα τον πλούτο μας, στον πρώτο τυχόντα αεριτζή, σπεκουλαδόρο και ντίλερ, επιδιώκοντας κέρδος ανέφικτο, που όμως με εκπληκτική ευφράδεια μας πλάσαρε και μας υποσχόταν.

Αυτόν τον «κακόσημο» (λαμόγιο τον είπανε), θεωρήσαμε πρότυπο εμπιστοσύνης, και ενδώσαμε στις προτροπές των φερέφωνων (παπαγαλάκια τα βάφτισε ο λαός) που τόσο ύπουλα και μπαμπέσικα, μας πλάνεψαν ως άλλες σειρήνες, ξεχνώντας πως ο αλήτης από την Ιθάκη, είχε κερώσει τα αυτιά του περνώντας από τον κάβο των πειρασμών.

Σαν έγινε ο πρώτος χαλασμός και χάθηκε το βιός μας μυαλό δεν βάλαμε, γιατί γευτήκαμε έστω για λίγο το μέλι, ανεβήκαμε σε ανώτερο επίπεδο ευημερίας, σα να λέμε από το ισόγειο στο ρετιρέ αλλά μόνο για επίσκεψη, όχι για κατοικία. Κι αυτό μας χαλούσε, μας πλήγωνε, κι ας γνωρίζαμε πως είχε πάει στράφι η μονέδα μας. Όμως το μέλι είχε γεύση γλυκιά, και μας έλειπε, όπως το σύνδρομο στέρησης στον τοξικομανή. Και σαν δεν είχαμε πλέον χρήματα, αποφασίσαμε να δανεισθούμε ακόμα και χωρίς αντίκρυσμα, αρκεί να έχουμε τις διακοπές, το αυτοκίνητο, την εξάρτιση του σκι και το λίφτινγκ της σύνευνης.

Κι όπως δανειζόμασταν εμείς, έτσι έκανε και η χώρα, υποθηκεύοντας το μέλλον των παιδιών μας, ώσπου μία μέρα, η χοντρή γυναίκα του παιδικού τραγουδιού, βγήκε και φώναξε: Νιξ φαί !!! Που σημαίνει:

Το κράτος δεν έχει να πληρώσει μισθούς και συντάξεις. Παύσις πληρωμών-στάσις εμπορίου, σύμφωνα με το Εμπορικό Δίκαιο. Και από κοντά οι «σύμμαχοι»: «Αν θέλετε χρήματα θα σας δώσουμε, αλλά με τους δικούς μας όρους. Μειώστε μισθούς, συντάξεις…». Γιατί έτσι γίνεται πάντα σε όλους τους χρόνους και σε όλες τις κοινωνίες. Από τη δημοκρατία του Περικλή μέχρι τη δικτατορία του Στάλιν, ο δανειστής βάζει τους όρους.

Και τότε τα παιδιά σηκώθηκαν και βγήκαν στους δρόμους, όπως έλεγε το τραγούδι της αντίστασης. Όχι με κάποιο όραμα, όπως το ’74 στην Πλατεία Συντάγματος, καταγγέλλοντας το φασισμό στη Χιλή και τον ιμπεριαλισμό στην Κύπρο, αλλά με μίσος, τυφλή οργή και ενίοτε με τρικυμία στο κρανίο να αποφαίνονται «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», ρίχνοντας Λυκούργο και Σόλωνα στην πηγάδα της ασημαντότητας. Βέβαια, αυτή η τρικυμία που στις μέρες μας έχει πάρει τη μορφή έκνομης πολιτικής αλητείας (ανυπακοή στους νόμους και στις αποφάσεις των δικαστηρίων) αλλά και ανοησίας («όταν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί με τις επιλογές μας, φταίει η πραγματικότητα») έχει τις ρίζες της πολύ πίσω, τότε που «η ανεμυαλιά των λογίων φύτεψε στη χώρα έναν σοσιαλισμό ασύνταχτο στα ελληνικά μέτρα» όπως θα πει με αφοβία απέναντι στην «αριστερίλα» της διανόησης ο Λιαντίνης. Είναι η ίδια τρικυμία που χάρισε τον ελληνοκεντρικό πολιτικό στοχασμό σε χώρους ξένους (επίσης) προς το ελληνικό μέτρο (βλ. άκρα δεξιά).
   
Γιατί αφού λαθέψαμε στη ζωή μας και πάθαμε, δεν είδαμε τον ξένο και τον εχθρό στον καθρέφτη, που λέει ο Σεφέρης. Τον ξένο και τον εχθρό τον είδαμε στο πρόσωπο του βουλευτή, λές και κάθισε με το ζόρι στο σβέρκο μας, λες και δεν τον ψηφίσαμε. Τον είδαμε ακόμη στο πρόσωπο του αργόσχολου και χαραμοφάη του Δημοσίου, λες και εμείς δεν περάσαμε κάποτε πόρτες και πύλες για να διορισθούμε. Κι ακόμη τον είδαμε απρόσωπα, να διαχέεται στο ανθρώπινο πλήθος, ως εργαζόμενος, εισοδηματίας, εργάτης και μεταπράτης, ενώ εμείς τυφλωμένοι από την Άτη, πάντα άσπιλοι και αγνοί στην ηδυπάθειά μας, εκτονωθήκαμε, παραδίδοντας στην πυρά όχι πια βιβλία και ιδέες αλλά ανθρώπινες υπάρξεις, νέες στιβαρές και εύμορφες. Μπορεί να μη μετείχαμε στο ανοσιούργημα, αλλά και δεν στέρξαμε στην αποφυγή του.
 
Τούτη την ώρα ανακαλούμε στη μνήμη μας τα λόγια του Λιαντίνη στο Ηρώδειο όπου, ως άλλος «αιματολόγος» του πολιτισμού μας, ερμήνευσε χρόνους πολλούς πριν, το «Τέθνηκε ο μέγας Παν» που αναφώνησε ο Θαμούς:

«Όχι δεν πέθανε ο θεός, ο άνθρωπος πέθανε», έκρινε πικρά ο έλληνας δάσκαλος.

Ακολούθησε στερνός λόγος, προφητικός, προς το παιδί του, προς όλους μας:
«Η τελευταία μου πράξη έχει το νόημα της διαμαρτύρησης για το κακό που ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους. Ένα κακό αβυσσαλέο στη φρίκη του. Η λύπη μου γι' αυτό το έγκλημα με σκοτώνει.»

Πόσο ζωντανά που ηχούνε αυτά τα λόγια σήμερα... Που το πλήθος γαβγίζει τη φωνή του πότε με πλακάτ στην οδό Σταδίου και πότε με σφηνάκια στα ορθάδικα της παραλιακής. Που πολιτικοί, συνδικαλιστές, καλλιτέχνες, γιατροί, δικηγόροι και δημοσιογράφοι δεν ακούνε πια εκείνο το αηδονάκι που το λένε ήθος. Γιατί το σκότωσαν. Έτσι πια γίναμε όλοι μας, πρόδρομοι, αφομοιωτές και τελεστές ηθικής δυσανεξίας.

Τα λόγια αυτά απαιτούν σήμερα, αντί για δέηση στους πλείστους ζωντανούς νεκρούς τού σήμερα, να στρέψουμε την προσοχή μας στις αθώες νέες γενιές που έρχονται. Να πάψει το κακό και το έγκλημα σε βάρος τους. Να διδάξουμε στο άγνωστο ελληνόπουλο, στον αυριανό πολίτη και κυβερνήτη, τη φράση του Πλούταρχου στη βιογραφία του Λυκούργου:

τὸ γὰρ ὅλον καὶ πᾶν τῆς νομοθεσίας ἔργον εἰς τὴν παιδείαν ἀνῆψε.

Και αφού μάθει το μέγα καλό και πρώτο της παιδείας, τότε ένα θάχει στο νου του να «λαφοκυνηγήσει στα όρη τη γνώση, την τιμή, την ειλικρίνεια στην πηγή και τη βάση».

Έτσι θα ξεχρεώσει.
"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

15 Σεπτεμβρίου 2012, 16:12:08
Απάντηση #13
Αποσυνδεδεμένος

Loumakis

Επώνυμοι
Αναδημοσιεύω το παρακάτω κείμενο απο Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος, ελαφρα διασκευασμένο στο τέλος (η τροποποίηση με italics)

  “UBUNTU” ή ‘ZBUTSAM’-τα λόγια περιττεύουν...

   Ένας ανθρωπολόγος πρότεινε το ακόλουθο παιχνίδι στα παιδιά μιας Αφρικάνικης φυλής: Τοποθέτησε ένα καλάθι γεμάτο ζουμερά φρούτα δίπλα σʼ ένα δέντρο και είπε στα παιδιά ότι όποιο από αυτά φτάσει πρώτο στο καλάθι θα πάρει όλα τα φρούτα. Όταν τους έδωσε το σινιάλο για να τρέξουν, πιάστηκαν χέρι χέρι και ξεκίνησαν να τρέχουν όλα μαζί. Ύστερα κάθισαν σʼ έναν κύκλο για να φάνε τα φρούτα. Όταν ρώτησε τα παιδιά γιατί το έκαναν αυτό αφού κάποιο από αυτά θα μπορούσε να είχε καρπωθεί όλα τα φρούτα, τα παιδιά απάντησαν “UBUNTU” που σημαίνει «δεν μπορούμε να είμαστε χαρούμενοι αν έστω ένας από εμάς είναι στενοχωρημένος!» Η λέξη “UBUNTU”στην γλώσσα τους σημαίνει «Υπάρχω γιατί υπάρχουμε». 

   Έγινε λοιπόν το αντίστοιχο παίγνιο και σε ένα Γυμνάσιο χώρας-μέλους της Ευρωζώνης με την διαφορά ότι το καλάθι δίπλα στο δένδρο περιείχε ένα γυαλιστερό iPod, ένα iPad και ένα iPhone, πάλι με την εξήγηση ότι ο πρώτος τα παίρνει όλα.

   …Όταν λοιπόν δόθηκε το σινιάλο για να τρέξουν, έπεσαν αγκωνιές, τρικλοποδιές, μπουνιές και τελικά το πιο μεγαλόσωμο παιδάκι έφτασε πρώτο και πήρε και τα τρία gadgets. Ύστερα, μερικά παιδάκια κάθισαν γύρω από τον μεγαλόσωμο συμμαθητή τους και τον παρακολουθούσαν να χειρίζεται τα ηλεκτρονικά καλούδια με θαυμασμό, κάποια άλλα είχαν περικυκλώσει τον ανθρωπολόγο και διαμαρτύρονταν για τους άδικους κανόνες του παιγνίου απειλώντας τον ότι θα τον καταγγείλουν στον Διευθυντή του Σχολείου και στον τοπικό τηλεοπτικό σταθμό, ενώ κάποια άλλα δέχθηκαν μοιρολατρικά την τύχη τους, ψελλίζοντας ότι το όλο παίγνιο ήταν στημένο από ξένα κέντρα εξουσίας.

   Όταν ο ανθρωπολόγος συνήλθε και επέβαλε την δέουσα τάξη, πλησίασε το παιδάκι που νίκησε και το ρώτησε γιατί κράτησε και τα τρία gadgets αντί να σκεφτεί να κρατήσει το ένα και να μοιράσει τα υπόλοιπα σε δυο φίλους του. Εκείνο, του απάντησε μονολεκτικά ‘ZBOUTSAM’, που σημαίνει ‘Στην Πούτσα μου’.

   Η λέξη ‘ZBUTSAM’ στην γλώσσα της εν λόγω χώρας/φυλής σημαίνει ‘υπάρχω για να ζω σε βάρος των υπολοίπων, συγγενών, συμμαθητών, ντόπιων ή ξένων και το βρίσκω απολύτως φυσικό’.

   Το σχολείο του πειράματος ήταν το 2ο Γυμνάσιο/Λύκειο Ελασσόνας και η χώρα του σχολείου, η Ελλάδα, αναμένεται να χρεωκοπήσει επίσημα οσονούπω. Ανεπίσημα εχει ήδη χρεωκοπήσει, ενώ ηθικά και πνευματικά εχει χρεωκοπήσει πολλά χρόνια πριν.
"Οσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία" (Ανδρέας Κάλβος, ωδή εις Σάμον)
   Συμπέρασμα: η πατρίδα δεν μπορεί να περιμένει σωτηρία απο ενάρετους δειλούς, θα πρέπει να το λέει και η καρδιά τους.

29 Σεπτεμβρίου 2012, 06:34:25
Απάντηση #14
Αποσυνδεδεμένος

alex52


"Αν οι Έλληνες του 21 είχαν τηλεόραση δεν θα έκαναν επανάσταση"
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος, Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος

Λέξεις κλειδιά: Ελλάδα  κρίση  πολιτισμός  ηθική